Δύσκολα τα πράγματα σε μια δικτατορία. Μ' ακόμα πιο δύσκολα στις μέρες της, για ένα από τα στηρίγματα του λαού και ταυτόχρονα για μια από τις εκφράσεις του: την Ελευθεροτυπία. Πάμε πίσω. Στα χρόνια της Δικτατορίας του Μεταξά. Από τις 4 Αυγούστου του 1936. Έχουν περάσει κοντά τέσσερα χρόνια από τότε. Φθινόπωρο του 1940. Φυλλομετρούμε και μαθαίνουμε για τον Τύπο της εποχής. Μαθαίνουμε για τη Δημοκρατία αλλά και το ρόλο των εφημερίδων της εποχής και φυσικά των δημοσιογράφων.
Στον Τύπο, λοιπόν, επιβάλλεται φόρος χάρτου. Εξαντλητικός φόρος. Οι περισσότερες παλιές καλές εφημερίδες της Μυτιλήνης είναι παρελθόν. Αλλά και όσες κυκλοφορούν τυπώνονται σε πολύ μικρό αριθμό για τους λίγους αναγνώστες τους.
Ποιες είναι οι εφημερίδες που κυκλοφορούν εκείνες τις μέρες;
- Ο «Τρίβολος» του Στρατή Παπανικόλα, που πρωτοκυκλοφόρησε στις 25.12.1931 για να σταματήσει να βγαίνει στις 25.8.1939, να ξαναρχίσει να κυκλοφορεί στις 15.3.40 και να τραβήξει ως τις 14.10.41. Και τέλος για να ξαναβγεί για μια ακόμη, τελευταία φορά, από τις 11.7.52 έως τις 6.12.52.
- Η «Λεσβιακή Ηχώ», δισεβδομαδιαία φιλοβασιλική εφημερίδα του δημοσιογράφου Κλέαρχου Μαριγλή. Κυκλοφόρησε στις 7.6.33 και η έκδοσή της κράτησε έως τις 28/6/41.
- Το «Φως» του Ανέστη Μυρωδέλλη. Διηύθυνε και στη συνέχεια έγινε και ιδιοκτήτης ο Αθανάσιος Γκράβαλης. Πρωτοεκδόθηκε στις 5.3.34 και η έκδοσή της σταμάτησε για πάντα με την απελευθέρωση της Μυτιλήνης από τους Γερμανούς στις 9.9.44.
- Η «Πρωινή». Εφημερίδα με τον τίτλο της οποίας κυκλοφορούσε «διά τον φόβο των Ιουδαίων» ο «Δημοκράτης». Κυκλοφόρησε από τις 1.10.1936 έως και το Μάιο του 1941.
- Η «Εφημερίς των Λεσβίων» του Ερεσιώτη Φοίβου Ανατολέα, που κυκλοφόρησε από τις 4.10.36 έως τον Αύγουστο του 1937 και από τον Οκτώβριο του 1937 έως το 1941 οπότε και έκλεισε.
- Τέλος η «Εξέλιξις», εφημερίδα του Δημήτρη Λεοντή που κυκλοφόρησε από τις 25.3.1940 έως τις 14.10.1940.
Χειμώνας άγριος
Το ότι οι εφημερίδες «βγαίνουν» είναι μια κουβέντα. Εκτός από το φόρο πάνω από τα κεφάλια των ανθρώπων του Τύπου της εποχής, στέκει και ο λογοκριτής και η ανέχεια.
Φθινόπωρο του 1940. Τι φθινόπωρο δηλαδή; Χειμώνας άγριος. Στις πρώτες άγριες χειμωνιάτικες μέρες - που κράτησαν για όλο τον κόσμο τέσσερα ολόκληρα χρόνια ως το φθινόπωρο του 1944 - επιλέγουμε να φυλλομετρήσουμε δύο από τις παραπάνω λεσβιακές εφημερίδες. Τον «Τρίβολο», την ίδια την ψυχή «της παλιοράτσας μας» που θα 'λεγε και ο εκδότης, ο αείμνηστος όσο και μοναδικός Στρατής Παπανικόλας. Και το «Φως». Που σα θλιβερό «προνόμιό» της, η Λέσβος το έσερνε σ? όλη την Κατοχή στην πλάτη της. Άλλωστε, αυτή και μόνο αυτή, η μοναδική εξαίρεση, μπορούσε να επιβιώσει σαν εφημερίδα σε τούτο το νησί. Όσο για τον άριστο στις ποιητικές του δημιουργίες αλλά και δημοσιογράφο Θανάση Γκράβαλη, το μόνο φιλοναζιστή Λέσβιο δημοσιογράφο, έχει απαντήσει ο ιστορικός.
Οκτώβριος του 1940. Ο πόλεμος έχει αρχίσει.
«Στη Λέσβο, από τις πρώτες ημέρες της κινητοποίησης, τα στρατευμένα παιδιά της κάνουν μια αποχαιρετιστήρια παρέλαση, κάθε φορά που επιβιβάζονται στα επιταγμένα επιβατικά της γραμμής "Μαίρη Μ" και "Αρντένα", που βαμμένα με τα πολεμικά χρώματα του καμουφλάζ αναδίνουν τη σχετική αγριάδα και έχουν γίνει αγνώριστα. Ο κόσμος και οι συγγενείς των φαντάρων τούς αποχαιρετούν με ευχές για νίκη και επάνοδο. Πόσοι δεν θα γυρίσουν;
Ο λόχος του λοχαγού Γιάννη Κούρδαλου, που παρελαύνει όταν έρχεται η σειρά για την επιβίβαση, περνά την Προκυμαία τραγουδώντας και είναι στολισμένος με λουλούδια πικροδάφνης στις κάννες των όπλων. Ο ενθουσιασμός φτάνει στο παραλήρημα», γράφουν οι Κεμερλής και Πολυχρονιάδης στο βιβλίο «Η αντίσταση στη Λέσβο».
Στις 11 Νοεμβρίου ο «Τρίβολος», πρωτοσέλιδα παρακαλώ, «Αέραα!» και με υπογραφή «Τριβουλέτος»:
«Ευζωνικό τσαρούχι φτερωτό
Ουρανοπόρος σου είνε ο δρόμος!
Τσαρούχι πλουμιστό και φουντωτό
Που των οχτρών μας είσαι ο τρόμος.
Σκύβουν της Πίνδος τα βουνά
Για να περάσει η λεβεντιά σου
Σαν αστραπόβροντο περνά!
Τσολιάδικο τσαρούχι, γειά σου
Δεν ξανάδαν οι αιώνες
Σαν του Ντούτσε λεγεώνες δολοφόνων,
Που παθαίνονται από τρόμο
Και το βάζουνε στο δρόμο μόλις δουν τσαρούχι Ευζώνων!
Δολοφόνοι στον αέρα
Στη στεριά και στα πελάη
Βρέχονται σαν τους χυμάει
Ο Εύζωνας με το «αέρα!»
Στην ίδια έκδοση στη δεύτερη σελίδα ο Παπανικόλας, θηρίο της δημοσιογραφίας ανήμερο, με γλώσσα και πένα που βάζουν φωτιά δίνει κουράγιο, αλλά... και σφαλιάρες:
«Όσοι έχουν τα μέσα φέβγουν να παραθερίσουν στα χωριά. Ας πάνε στο καλό, να μη μποδίζουν μες τα πόδια μας. Έτσι κι αλλιώς καμιά δουλιά δεν έχουν εδώ. Ας μην ξεχάσουν μόνο να μας αφήσουν τα κλειδιά της κάσας τους. Μπορεί να γίνει άξαφνα κανένα γιαγκίνι. Γιατί να καούνε τα λεφτά;»
Στις 15 Νοεμβρίου εμφανίζονται στον «Τρίβολο» και «οι πολεμικές ανταποκρίσεις» του «διάβολου» της λεσβιακής διανόησης, του Στρατή Αναστασέλλη:
«Σα μ' είδι μι τα φουστανέλα
Φώναζι χωρίς ντρουπή:
«Μπέλλα Γκρέτσια, Γκρέτσια Μπέλλα»
Αμ επνιξόντουν σα γκατσίκα,
Το έδγετς ήβγαλα του θμο μ΄
Τα έχου πλιά τσι του βαθμό μ΄.
Πήκασίμι δεκαενέα,
Τα είμι τώρα βαθμουφόρους
Αμ τί θάργις, πως πήγα στ΄ Όρους».
Στο μεταξύ «οι νίκες έρχονται η μία ύστερα από την άλλη κι οι καμπάνες αναγγέλλουν κάθε τόσο με χαρούμενα κτυπήματα την κατάληψη απ? το στρατό μας και κάποιας Βορειοηπειρώτικης πόλης», γράφουν οι Κεμερλής και Πολυχρονιάδης στο βιβλίο «Η αντίσταση στη Λέσβο».
Χριστούγεννα και Πρωτοχρονιά
Είναι Χριστούγεννα... Γράφει ο Χριστουγεννιάτικος «Τρίβολος» στις 27 Δεκεμβρίου:
«Καλήν εσπέραν άρχοντες, κι αν είνε ορισμός σας
Τα κάλαντα της Ήπειρος να πω στ' αρχοντικό σας
Χριστούγεννα στην Ήπειρο γιορτάζει κάθε πόλη
Οι Ουρανοί αγάλλονται χαίρει η Ελλάδα όλη.
Εν τω σπηλαίω τίκτεται κι εν μέσω των Ευζώνων
Ο βοηθός των ταπεινών κι
εχθρός των αλαζώνων.
Πλήθος Ελλήνων κράζουσι το «Δόξα εν Υψίστοις»
Που γλίτωσε απ' το βάρβαρο Τιμή, Πατρίδα, Πίστις
Ιδού όπου σας είπαμεν όλην την υμνωδίαν,
Του Ντούτσε του παληκαρά την μαύρην τραγωδίαν.
Και σας καλονυχτίζομεν πέσετε κοιμηθήτε
Ολίγον ύπνον πάρετε κι ευθύς να σηκωθήτε
Κι αρχίσετε να πλέκετε τσουράπια και φανέλες
Τσούπρες, γριές, μεσόκοπες νταρντάνες και κοπέλες
Και στέλνετε στο Μέτωπο ό,τι είναι ορισμός σας
Και ο Χριστός μας πάντοτε να είναι βοηθός σας.
Και εις έτη πολλά!»
Πάντως Χριστούγεννα ή Πρωτοχρονιά, ο Παπανικόλας δε χαρίζεται σε κανέναν. «Ελάχιστοι συμπολίτες φιγουράρανε στις εφημερίδες, δίνοντας ένα διακοσάρι για τη φανέλα του στρατιώτη, αντί επισκέψεων την Πρωτοχρονιά. Οι άλλοι κάνανε τάχα επισκέψεις;», γράφει στις 3 Ιανουαρίου 1941.
Μια «ψεύτικη» Άνοιξη
Την Άνοιξη του 1941 είναι η σειρά της επίθεσης των Γερμανών εναντίον των Ελληνικών στρατευμάτων.
«Άλλοι τούτοι πάλι, νέοι
Εντιμότατοι γενναίοι
Πατεντάτοι
Δολοφόνοι,
Που χτυπούνε την Ελλάδα
Από την πλάτη!
Φτύστε τους μη βασκαθούν!
Να χαθούν! [
Τούτος είνε ο Γερμανός!
Χτεσινός, σημερινός κι
Αυριανός.
Νόμο έχει την Αδικία,
Αρετή του την Κακία
Και για Νου τ' αχόρταγο
Στομάχι,
Φτου, κακοχρονάχει!
Τυφλοπόντικας κουφός
Δεν ακούει ποτές Αλήθεια
Και πειράζεται από το φως», γράφει ο «Τρίβολος» στις 11 Απριλίου 1941.
Και στις 18 Απριλίου του ίδιου χρόνου, στο τελευταίο φύλλο του ελεύθερου «Τρίβολου», 16 μόλις μέρες πριν την είσοδο στη Μυτιλήνη των γερμανικών στρατευμάτων κατοχής, δίνεται το τελευταίο λεύτερο μήνυμα του Στρατή Παπανικόλα:
«Ζητούνται χήνες για θύματα της Γερμανικής Προπαγάνδας».
Στις 4 Μαΐου οι Γερμανοί καταλαμβάνουν τη Μυτιλήνη.
»Η χώρα μας καταχτήθηκε. Οι Γερμανοί ήρθαν και στη Μυτιλήνη», γράφει στις «Μνήμες» του ο Απόστολος Αποστόλου.
Στις 6 Μαΐου 1941 το «αυγό του φιδιού» στη Μυτιλήνη σπάει. Το «Φως» πρωτοσέλιδα διαλαλεί «Γενναίοι Στρατιώται του Ράιχ! TAPFERE DEUTSCHE SOLDATEN».
Άγνωστο είναι πόσοι Μυτιληνιοί έσκυψαν το κεφάλι διαβάζοντας στην εφημερίδα του Γκράβαλη: «Γενναίοι Στρατιώται του ενδόξου Γ΄ Ράιχ. Γνωρίζομεν ποίοι λόγοι σας έφεραν πλησίον μας και γνωρίζομεν επίσης και ποίοι ευθύνονται δια την δημιουργία των λόγων αυτών. Γνωρίζομεν πόθεν έρχεσθε. Ποία είνε η μεγάλη πατρίς σας. Ποίοι δεσμοί μας ήνωσαν και μας ενώνουν με την πατρίδα σας αυτήν. Γνωρίζομεν σαφώς τι με τον γιγάντιον αγώνα σας επιδιώκετε. Και γνωρίζομεν τι αλλού και μεταξύ μας αντιπροσωπεύετε.
Γερμανοί Στρατιώται.
Έχετε μια μεγάλην Πατρίδα και έχομεν και ημείς μίαν Πατρίδα επίσης μεγάλην. Σεβόμεθα την Πατρίδα σας ημείς και είμεθα βέβαιοι ότι θα σεβασθήτε και σεις την ιδικήν μας Πατρίδα . Εχθρούς εις παν τόπον αυτόν δεν θα εύρητε. Πλανηθέντας ίσως να εύρητε πολλούς. Εργασθήτε λοιπόν και σεις, όπως θα εργασθώμεν και ημείς δια να αναλάμψη μεταξύ μας η αλήθεια και να διαλυθούν και όλαι αι πλάναι. Στρατιώται της Γερμανίας. Πιστεύσατέ μας, διότι είμεθα ειλικρινείς».
Στο ίδιο φύλλο και μια «Δήλωση»:
«Δηλούται εις τους ενδιαφερομένους ότι προσεχώς επαναλαμβάνονται τα μαθήματα της Γερμανικής γλώσσης εις την Νυκτερινήν Σχολήν υπό του καθηγητού, κ. Χελμ.
Πληροφορίαι παρέχονται εις το Γραφείον της Ι. Μητροπόλεως και παρά τω ιδίω.»
Για όσους αναρωτιούνται, ο Rudolf Helm υπήρξε σύμφωνα με τον Παύλο Βλάχο - στη δημοσιευμένη στον τόμο ΙΓ΄ του περιοδικού «Λεσβιακά» εργασία του για την κατάληψη της Μυτιλήνης από τους Γερμανούς το 1941 - «προσωπικότητα αμφιλεγόμενη. Μελετητής και γνώστης της Ελληνικής γλώσσης, συγκέντρωσε μεθοδικά πλούσιο λεσβιακό λαογραφικό υλικό. Μετέφρασε στα Γερμανικά τον Εφταλιώτη και διηγήματα των Στρ. Αναστασέλλη και Δημ. Χατζηραφαήλ. Μετά την κατάληψη της Λέσβου φόρεσε Γερμανική στολή και ασκούσε καθήκοντα λογοκριτού των εκδιδομένων εφημερίδων στο Νομό Λέσβου καθώς και των ταχυδρομικών, τηλεγραφικών και τηλεφωνικών υπηρεσιών. Μέλος του Εθνικοσοσιαλιστικού Κόμματος ευρίσκετο στην υπηρεσία της Γερμανικής Στρατιωτικής Διοικήσεως Κατοχής».
Με «Καλωσορίσματα» όμως κυκλοφορεί στις 23 Μαΐου και ο «Τρίβολος». Καλωσορίζει το φίλο και συνεργάτη Στρατή Αναστασέλλη, που γύρισε από τον πόλεμο. Και στα «Σοβαρά γεγονότα της εβδομάδας» σημαίνει την αντίσταση των Ελλήνων:
«Πολύ ψυχολογημένη η έγκριση των Γερμανικών Αρχών να παίζουν οι καμπάνες των εκκλησιών σαν και πρώτα. Η καμπάνα θυμίζει ειρήνη. Και μας αποζημιώνει τώρα κάπως ο αχός της για το βουβό Πάσχα που κάναμε, ενώ συγχρόνως μας χαροποιεί η σκέψη πως το επόμενο Πάσχα - ζωή νάχουμε - θα το γιορτάσουμε με χαρούμενες κωδωνοκρουσίες», γράφει.
Και φυσικά συνεχίζει τη γνωστή του κοινωνική κριτική:
«Στη Μυτιλήνη ως φαίνεται τον τελευταίο καιρόν, δεν θάλλει μόνον η ελαία που λέει ο ποιητής, αλλά και οι εθελοντές αρθρογράφοι. Κάθε πρωί ή μάλλον κάθε βράδυ για νάμαστε ακριβέστεροι, διότι βράδυ κυκλοφορούν οι εφημερίδες μας για να μην έχουν ίσως φίρα, ντεμπουτάρει κι από ένας καινούριος αρθρογράφος ή ανταποκριτής. Το κακό είνε πως όλοι τους είνε σοβαροί ως τώρα. Όπως και νάχει. Ας μην ξεχνούν τον "Τρίβολο". Και μείς έχουμε ανάγκη από συνεργάτες και μάλιστα πνευματώδεις και ιδεολόγους.»
Στις 14 Οκτωβρίου 1941 δεν κυκλοφορεί, μια και λογοκρίνεται από τα γερμανικά στρατεύματα, ο τελευταίος «Τρίβολος». Η μόνη εφημερίδα που κυκλοφορεί στη Λέσβο είναι το «Φως», που μάλιστα μετατρέπεται και σε «Καθημερινή Πολιτικής Εφημερίς Εθνικοσοσιαλιστικών Αρχών». Η μεγάλη νύχτα της Λέσβου είχε αρχίσει.
Η μεγάλη νύχτα
Σε λίγο καιρό στην αγορά εμφανίζονται οι πρώτοι μαυραγορίτες και μάλιστα διαφημιζόμενοι. Ποιος άλλος να φιλοξενήσει τις διαφημίσεις τους; Ο Γκράβαλης στο «Φως». Ρούχα, παπλώματα ή ό,τι άλλο ανταλλάσσεται με τρόφιμα. Η πείνα είναι παρούσα και ο Γκράβαλης δεν μπορεί αυτό να το κρύψει. «Η πείνα θέριζε. Οι νεκροί για την πόλη της Μυτιλήνης το χειμώνα 1941-42 έφτασαν τους 2.252. Από αυτούς 113 ήταν παιδιά μέχρι 2 ετών και 813 από ασιτία. Μετά το 1942 η κατάσταση άρχισε να βελτιώνεται», γράφουν οι Κεμερλής και Πολυχρονιάδης.
Στις 17 Ιανουαρίου τα συσσίτια περικόπτονται. Το «Φως» γράφει με τίτλο «Τα συσσίτια»:
«Πληροφορούμεθα ότι λόγω προσωρινούς ελλείψεως τροφίμων, η Νομαρχία Λέσβου διέταξε τον περιορισμόν της διανομής συσσιτίου και τούτο ίνα μη ευρευθή εις την ανάγκην να τα διακόψει ολοτελώς.»
Κάποιοι όμως το... βιολί τους. Αγγελία στις 23 Αυγούστου 1941 αναφέρει: «Ζητούνται προς αγοράν τρία βιολιά κασώ και δυο κιθάραι, επίσης ζητούνται προς ενοικίασιν έτερα δύο πιάνα, δια το ΩΔΕΙΟΝ ΜΥΤΙΛΗΝΗΣ. Αποτανθήτε Διεύθυνσιν Ωδείου Πλατεία Αγίου Ιωάννου (Κουλπάρα).»
Στο «Φως» δημοσιεύονται ακόμα οι ανακοινώσεις της «Κράις Κομμαντατούρ Αιγαίου» και φυσικά και οι ανακοινώσεις της εκτέλεσης Ελλήνων αντιστασιακών.
Το ξημέρωμα
Στις 9 Σεπτεμβρίου του 1944 η Ιστορία, που μαθαίνουμε οι νεότεροι πως είχε ξεκινήσει σα θρύλος στις 28 Οκτωβρίου του 1940 και που συνεχίσθηκε σαν εφιάλτης, τελείωνε. Στις 9 Σεπτεμβρίου ο Γκράβαλης έβγαλε το τελευταίο του «Φως». Είχε ξημερώσει κι ο Στρατής Παπανικόλας, με τον «Τρίβολό» του χρόνια κοντά τέσσερα κλειστό είχε βγει αληθινός:
«Χήνες για θύματα της Γερμανικής προπαγάνδας» δε βρέθηκαν στη Λέσβο. Τουλάχιστον όσες θα ήθελαν οι κατακτητές.
* Τα βιβλιογραφικά δεδομένα στηρίζονται σε εργασία για τον Τύπο στη Λέσβο του Αντώνη Πλάτωνα και σε εργασίες του Παύλου Βλάχου «Η Γερμανική κατάληψη της Μυτιλήνης το 1941 που δημοσιεύθηκε το 1991 στο ΙΓ΄ τόμο του Δελτίου της Εταιρείας Λεσβιακών Μελετών «Λεσβιακά» και του Σάββα Κωφόπουλου «Πείνα, μαύρη αγορά και θάνατοι στη Λέσβο επί Κατοχής» που δημοσιεύτηκε το 2006 στον ΚΑ΄ τόμο του Δελτίου της Εταιρείας Λεσβιακών Μελετών «Λεσβιακά».
_______